ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ |
---|
«Εναλλακτικά» καύσιμα |
03 02 2006 | |
«Εναλλακτικά» καύσιμα Το φετινό ράλι των διεθνών τιμών του αργού πετρελαίου θυμίζει εν μέρει την μεγάλη πετρελαϊκή κρίση του 1973. Σε ανάλογες περιπτώσεις οι περισσότεροι θυμούνται τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και εκστομίζονται λογύδρια για την εντατικότερη προσπάθεια έρευνας και ανάπτυξης που πρέπει να καταβληθεί από τις μη πετρελαιοπαραγωγικές χώρες ώστε να πάψουν να είναι δέσμιες της πολιτικής των χωρών του ΟΠΕΚ. Όσον αφορά τα καύσιμα των οχημάτων εδώ η μελλοντική λύση της ενεργειακής απεξάρτησης από το πετρέλαιο και τη βενζίνη φαίνεται να ακούει στο όνομα «εναλλακτικά καύσιμα». Η ιδέα φυσικά δεν είναι σημερινή. Ο γερμανός μηχανικός Ρούντολφ Ντίζελ από το 1912 είχε προφητικά δηλώσει: «Η χρήση φυτικών ελαίων σαν καύσιμα μηχανών φαίνεται ασήμαντη σήμερα. Όμως τέτοια έλαια μπορεί να γίνουν με την πάροδο του χρόνου τόσο σημαντικά όσο είναι επί του παρόντος το πετρέλαιο και η λιθανθρακόπισσα». Τα χρόνια πέρασαν και η Ευρωπαϊκή Ένωση εξέδωσε στις 8 Μαΐου 2003 την Οδηγία 2003/30/ΕΚ σύμφωνα με την οποία οφείλουν όλα τα κράτη μέλη(φυσικά και η χώρα μας) να υποκαταστήσουν σε ποσοστό 2% ως το τέλος του τρέχοντος έτους τα χρησιμοποιούμενα στις μεταφορές καύσιμα(βενζίνη και πετρέλαιο) από βιοκαύσιμα (βιοαιθανόλη και βιοντίζελ αντίστοιχα). Το ποσοστό μάλιστα αυτό ορίζεται ότι πρέπει σταδιακά να αυξηθεί και να φτάσει ως το τέλος του 2010 το 5,75%. Στο σημείο αυτό αξίζει να δοθούν κάποιες διευκρινίσεις σχετικά με την προέλευση και τις ιδιότητες αυτών των εναλλακτικών καυσίμων. Η βιοαιθανόλη μπορεί να προέλθει χρησιμοποιώντας ως πρώτη ύλη τον αραβόσιτο, τα τεύτλα, το σιτάρι, το κριθάρι, το σόργο κλπ μετά από κατάλληλη επεξεργασία. Ομοίως τα φυτικά έλαια είναι η βασική πρώτη ύλη για την παραγωγή βιοντίζελ. Αυτά μπορούν να προέρχονται από ηλίανθο, σόγια, καρύδες, καρπούς φοινικόδεντρων και ελαιοκράμβη(η οποία μέχρι σήμερα δεν καλλιεργείται στην Ελλάδα). Τα χρησιμοποιούμενα φυτικά έλαια και λίπη της μαγειρικής(λάδια τηγανίσματος) μπορούν επίσης να αξιοποιηθούν μετά από ειδική επεξεργασία. Το βιοντίζελ έχει μία θερμογόνο δύναμη(θερμαντική ισχύ) περίπου 15% μικρότερη από αυτή του πετρελαίου αλλά πλεονεκτεί στα εξής: δεν είναι τοξικό, έχει καλύτερη λιπαντικότητα, δεν περιέχει αρωματικές ενώσεις(που είναι καρκινογόνες) και είναι εύκολα βιοδιασπώμενο. Ως προς την παραγωγή ρύπων συγκριτικά με το κοινό πετρέλαιο κίνησης έχει χαμηλότερες εκπομπές σωματιδίων, μονοξειδίου του άνθρακα, δεν παράγει οξείδια του θείου κατά την καύση του σε κινητήρες ενώ λόγω της περιεκτικότητας οξυγόνου στη σύνθεσή του παράγει λιγότερη αιθάλη. Η συζήτηση για το βιοντίζελ σίγουρα χρήζει ιδιαίτερης προσοχής καθώς αφορά την εισαγωγή στην καθημερινότητά μας μίας νέας τεχνολογίας φιλικής προς το περιβάλλον. Ήδη από το 1997 έχει εκπονηθεί μελέτη από το ενεργειακό γραφείο της ΤΕΔΚ νομού Κιλκίς σε συνεργασία με το Αυστριακό Ινστιτούτο Βιοκαυσίμων για τη δυνατότητα δημιουργίας βιοντίζελ από πρώτες ύλες της περιοχής μας. Τα συμπεράσματα της έρευνας ήταν πολύ ενθαρρυντικά καθώς οι πειραματικά παραγόμενες ποσότητες βιοντίζελ έτυχαν μεγάλης αποδοχής από τους χρήστες και αποδείχθηκε στην πράξη ότι μπορεί επάξια να υποκαταστήσει μερικώς ή ολικώς το πετρέλαιο. Υπάρχει όμως και ένας ακόμη λόγος που το θέμα του βιοντίζελ μας απασχολεί ιδιαιτέρως. Πρόσφατα μία εταιρία που είναι εγκατεστημένη στην Βιομηχανική Περιοχή Κιλκίς ολοκλήρωσε μία τέτοια επένδυση παραγωγής βιοντίζελ χρησιμοποιώντας γερμανική τεχνογνωσία και έχοντας εκδώσει ήδη τη σχετική άδεια λειτουργίας στοχεύει στην κάλυψη μέρους των ενεργειακών αναγκών της εγχώριας αγοράς. Αξίζει να τονιστεί το γεγονός ότι η Γερμανία είναι πρωτοπόρος σε αυτό το θέμα καθώς εκεί ήδη πωλείται σε πολλά πρατήρια υγρών καυσίμων το βιοντίζελ και χρησιμοποιείται ως καύσιμο είτε από μόνο του(σε ειδικούς κινητήρες) είτε αναμεμιγμένο με πετρέλαιο. Άλλωστε το βιοντίζελ μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε κοινούς πετρελαιοκινητήρες με μικρές κατασκευαστικές παρεμβάσεις όπως αντικατάσταση ορισμένων μικρών ελαστικών μερών του κινητήρα(π.χ φλάντζες, τσιμούχες) από πιο ανθεκτικά στο βιοντίζελ ελαστικά. Κλείνοντας να σημειώσουμε ότι αν στη χώρα μας δεν παράγονται οι αντίστοιχες σύμφωνα με την Κοινοτική Οδηγία ποσότητες για την κάλυψη των αναγκών της (που ετησίως ανέρχονται σε αρκετές δεκάδες χιλιάδες τόνους) θα είμαστε αναγκασμένοι να εισάγουμε τις αντίστοιχες ποσότητες βιοκαυσίμων από το εξωτερικό. Και βέβαια είναι πραγματικά κρίμα να χαθεί μία ακόμη τέτοια ευκαιρία αφού είμαστε ένα κράτος όπου η γεωργική δραστηριότητα αποτελεί έναν από τους κεντρικούς άξονες της οικονομικής του δραστηριότητας. Η εισαγωγή λοιπόν των ενεργειακών καλλιεργειών δημιουργεί ένα νέο πεδίο δραστηριοτήτων τόσο για την περιοχή μας όσο και για τον ευρύτερο ελλαδικό χώρο. Αναλυτικότερα επί της συσχέτισης του θέματος με το Υπουργείο Γεωργικής Ανάπτυξης και Τροφίμων καθώς και λεπτομέρειες για τις προτεινόμενες ενεργειακές καλλιέργειες και τις προοπτικές τους θα παρατεθούν σε επόμενο άρθρο μας. Κομπατσιάρης Αντώνης- Γεωπόνος Πετρίδης Παύλος-Μηχ/λόγος Μηχ/κός |